Χρήστος Παππάς – Μαιευτήρας Γυναικολόγος.
Υπογονιμότητα ορίζεται ως η αποτυχία επίτευξης κύησης μετά από τουλάχιστον 1 χρόνο συστηματικών προσπαθειών και αφορά το 15-20% του πληθυσμού στον δυτικό κόσμο. Η υπογονιμότητα αφορά τον άνδρα σε ποσοστό 25-30%, τη γυναίκα σε ένα αντίστοιχο ποσοστό, και τους δύο (μικτός παράγοντας) σε ποσοστό 15-20%, ενώ το 20% των περιπτώσεων αφορά ζευγάρια με τη λεγόμενη ανεξήγητη υπογονιμότητα, στην οποία δεν έχει βρεθεί κάποια συγκεκριμένη αιτία.
Τα τελευταία χρόνια αναπτύχθηκε μεγάλο ενδιαφέρον γύρω από διάφορα προϊόντα φυσικής κυρίως προέλευσης, τα οποία φαίνεται να έχουν ευεργετικές ιδιότητες στο γυναικείο αναπαραγωγικό σύστημα. Πρόκειται για θρεπτικά συστατικά, βιταμίνες, μέταλλα, ιχνοστοιχεία και βότανα, τα οποία κυκλοφορούν σε διάφορες μορφές και με διαφορετικούς συνδυασμούς και δοσολογίες.
Τα στοιχεία που συναντούμε συχνότερα στα συμπληρώματα διατροφής είναι οι βιταμίνες D, E, B6,B12, C, το φολικό οξύ, η ινοσιτόλη, ο σίδηρος, ο ψευδάργυρος, το σελήνιο, το συνένζυμο Q10, τα Ω3 λιπαρά οξέα και διάφορα βότανα, όπως εκχύλισμα πράσινου τσαγιού, γλυκόριζας και άλλα.
Η βιταμίνη D έχει γίνει αντικείμενο συστηματικής έρευνας τα τελευταία χρόνια και υπάρχουν σημαντικές αναφορές από ερευνητές για την ευεργετική δράση της, αλλά και τις επιπτώσεις που έχει η έλλειψή της στη γονιμότητα. Χαρακτηρίζεται ως η βιταμίνη του ήλιου, αφού το 90% παράγεται στο δέρμα και μόνο το 10% λαμβάνεται από τις τροφές. Οι κύριες λειτουργίες της αφορούν την απορρόφηση του ασβεστίου και του φωσφόρου, τη σύνθεση πρωτεϊνών και τη συμβολή της στην οστεοσύνθεση. Επιπλέον, υπάρχουν ενδείξεις ότι συμβάλλει στη λειτουργία του παγκρέατος (έκκριση ινσουλίνης), στη λειτουργία των ωοθηκών (σύνθεση ορμονών, ωοθυλακιογένεση), στη λειτουργία του ενδομητρίου, στην υπόφυση, στους όρχεις, στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, καθώς και στον πλακούντα.
Υπάρχουν βέβαια και αρκετές αναφορές ερευνητών που υποστηρίζουν ότι τα επίπεδα της βιταμίνης D στο αίμα δεν έχουν επίπτωση στην αναπαραγωγική ικανότητα ούτε και στο αποτέλεσμα θεραπείας με υποβοηθούμενη αναπαραγωγή στα υπογόνιμα ζευγάρια. Οι περισσότεροι συγγραφείς των συστηματικών μελετών και μεταναλύσεων συμφωνούν ότι υπάρχει αρκετά μεγάλη ανομοιογένεια στους πληθυσμούς των μελετών και στις αιτίες υπογονιμότητας, ενώ υπάρχουν αρκετά στατιστικά και μεθοδολογικά θέματα τα οποία προς το παρόν δε μπορούν να υποστηρίξουν τη χρήση της βιταμίνης D σε όλα τα ζευγάρια που μπαίνουν σε διαδικασία αναπαραγωγής, παρότι υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις για τη χρήση της.
Το φολικό οξύ είναι μία υδατοδιαλυτή βιταμίνη του συμπλέγματος Β. Συμβάλλει στη σύνθεση των πρωτεϊνών και των αμινοξέων, στην πρόληψη των παθήσεων του νευρικού συστήματος και στη μείωση των επιπέδων της ομοκυστεΐνης στο αίμα. Βρίσκεται σε πράσινα φυλλώδη λαχανικά, φρούτα, όσπρια, συκώτι, πουλερικά, χοιρινό κρέας και θαλασσινά κυρίως μαλάκια. Είναι χαρακτηριστικό ότι το φολικό οξύ απορροφάται δύσκολα από τις τροφές και οι ημερήσιες ανάγκες του οργανισμού είναι 300-600μgr. Επίσης, είναι γνωστή η χρήση και η χρησιμότητά του κατά την περίοδο της κύησης, αλλά ελάχιστα έχει μελετηθεί από μόνο του ως συστατικό πριν από αυτήν. Λίγες μελέτες, με αρκετά μεθοδολογικά προβλήματα, συμπεραίνουν ότι ναι μεν υπάρχουν ενδείξεις οι οποίες δείχνουν τη σημασία της χρήσης του κατά την προετοιμασία για σύλληψη, αλλά χρειάζονται και άλλες τυχαιοποιημένες μελέτες για να αποδείξουν την χρησιμότητά του.
Η ινοσιτόλη είναι οργανική ένωση (καρβοκυκλικό σάκχαρο) η οποία βρίσκεται στα εγκεφαλικά κύτταρα, αλλά και σε άλλους ιστούς. Μεσολαβεί στη μεταγωγή του κυτταρικού σήματος σε ανταπόκριση ποικίλων ορμονών, νευροδιαβιβαστών και αυξητικών παραγόντων. Επίσης, συμμετέχει στον μηχανισμό της ωσμωρύθμισης, διεγείρει την ενδογενή παραγωγή λεκιθίνης και παίρνει μέρος στον μεταβολισμό του σακχάρου και του λίπους.
Η μυοϊνοσιτόλη παράγεται στο ωοθυλακικό υγρό και συμβάλλει στη ρύθμιση του εμμηνορρυσιακού κύκλου, κυρίως στις γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, ενώ φαίνεται να βελτιώνει την ωοθηκική λειτουργία και την ποιότητα των ωαρίων στις γυναίκες με θέματα γονιμότητας. Βιβλιογραφικά, αρκετοί συγγραφείς υποστηρίζουν ότι βελτιώνει τα αποτελέσματα σε ποσοστό κυήσεων και γεννημένων παιδιών στα ζευγάρια που έχουν υποβληθεί σε εξωσωματική γονιμοποίηση, αλλά και εδώ χρειάζονται περισσότερες μελέτες.
Η βιταμίνη Ε είναι μία λιποδιαλυτή βιταμίνη με αντιοξειδωτική δράση, η οποία βρίσκεται στα φυλλώδη λαχανικά, στους καρπούς με κέλυφος (αμύγδαλα, φιστίκια, φουντούκια), στα φυτικά έλαια, στους σπόρους και στα δημητριακά. Οι ημερήσιες ανάγκες είναι 15-20mg.
Η βιταμίνη C είναι υδατοδιαλυτή βιταμίνη με ισχυρή αντιοξειδωτική δράση, βρίσκεται στα φρούτα (κυρίως εσπεριδοειδή), στα λαχανικά και σε κάποια βότανα (θυμάρι, μαϊντανός κλπ). Οι ημερήσιες ανάγκες είναι 75-90mg.
Ο σίδηρος είναι απαραίτητο ιχνοστοιχείο για τη σύνθεση πρωτεϊνών και ενζύμων και επιδρά στα κυτοχρώματα με τον μηχανισμό της οξειδωτικής φωσφορυλίωσης, που είναι η κύρια αντίδραση παραγωγής ενέργειας υπό την μορφή ATP. Το 75% της ποσότητας του σιδήρου είναι δεσμευμένο στην αιμοσφαιρίνη του αίματος και η έλλειψή του μπορεί να προκαλέσει αναιμία και άλλες οργανικές και κλινικές επιπτώσεις στον οργανισμό. Βρίσκεται στο κόκκινο κρέας, σε ψάρια (τόνος, σολομός), στα στρείδια, στο συκώτι, στα όσπρια, σε λαχανικά και αποξηραμένα φρούτα. Από τα 10-20mg που λαμβάνονται καθημερινά, μόνο 1-2mg απορροφούνται από τον οργανισμό.
Ο ψευδάργυρος είναι ένα μέταλλο το οποίο είναι συστατικό πολλών πρωτεϊνών και έχει αντιοξειδωτική δράση. Τα εγκεφαλικά κύτταρα, τα κύτταρα στον προστάτη, στο ανοσοποιητικό σύστημα και στο έντερο περιέχουν ψευδάργυρο. Βρίσκεται σε ζωικές πρωτεΐνες, οστρακοειδή, όσπρια, ξηρούς καρπούς, δημητριακά ολικής αλέσεως, πασατέμπο, ηλιόσπορους και σουσάμι.
Το σελήνιο είναι ιχνοστοιχείο με ισχυρή αντιοξειδωτική δράση που συμβάλλει στην εύρυθμη λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα. Βρίσκεται σε ψάρια, θαλασσινά, συκώτι, καρύδια, δημητριακά, αυγά και ψωμί και η ημερήσια πρόσληψη από τις τροφές είναι 55-70μgr.
Το Q10 συνένζυμο είναι ιχνοστοιχείο με επίσης αντιοξειδωτική δράση και βρίσκεται στα μιτοχόνδρια (αλυσίδα μεταφοράς ηλεκτρονίων). Λαμβάνεται επίσης από τροφές, όπως ψάρια, κρέας, λαχανικά, πορτοκάλια, όσπρια, φράουλες, φιστίκια, σόγια και οι ημερήσιες ανάγκες είναι 300μgr.
Τα Ω3 λιπαρά οξέα είναι γνωστό ότι σχετίζονται με την πρόληψη παθήσεων του καρδιαγγειακού κυρίως συστήματος, αλλά και του σακχαρώδη διαβήτη, αυτοάνοσων νοσημάτων κλπ. Βρίσκονται στα λιπαρά κυρίως ψάρια, στα σπορέλαια, στα καρύδια, στα προϊόντα σόγιας.
Τέλος, υπάρχουν κάποια βότανα που χρησιμοποιούνται από την αρχαιότητα ακόμα για αντιμετώπιση πολλών παθήσεων, όπως το εκχύλισμα πράσινου τσαγιού και γλυκόριζας. Η χρήση τους είναι ευρεία και σήμερα διότι, όπως και τα παραπάνω ιχνοστοιχεία, μέταλλα και βιταμίνες, έχουν αντιοξειδωτική δράση, η οποία τα συνδέει με τη γονιμότητα και τη βελτίωση της ποιότητας των γαμετών (ωαρίων και σπερματοζωαρίων).
Τι είναι όμως η οξείδωση των κυττάρων πάνω στην οποία δρουν όλα τα παραπάνω στοιχεία?
Το οξειδωτικό stress είναι η ανισορροπία παραγωγής και απορρόφησης ελεύθερων ριζών οξυγόνου. Είναι ρίζες υπεροξειδίου, υπεροξειδίου του υδρογόνου και ρίζες υδροξυλίου, παίρνουν μέρος στην πρωτεϊνική φωσφορυλίωση, στην ενεργοποίηση διάφορων μεταγραφικών παραγόντων, στον μηχανισμό απόπτωσης και κυτταρικής διαφοροποίησης. Οι ελεύθερες ρίζες είναι φυσιολογική μεταβολική διεργασία του μεταβολισμού των κυττάρων και πρέπει να διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα. Η αύξηση των ελεύθερων ριζών έχει βλαβερές συνέπειες στην κυτταρική δομή και λειτουργία των πρωτεϊνών, λιπιδίων και νουκλεϊκών οξέων και είναι υπεύθυνη σε διαφορετικό βαθμό για μεγάλο αριθμό παθολογικών καταστάσεων, όπως μεταβολικές διαταραχές, διαβήτη, καρδιαγγειακές παθήσεις, νευρολογικές παθήσεις και κάποιες μορφές καρκίνου. Παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο για μακροχρόνιο οξειδωτικό stress είναι η παχυσαρκία, η διατροφή πλούσια σε λιπαρά και σάκχαρα, το κάπνισμα, το αλκοόλ, κάποια φάρμακα, καθώς και η έκθεση σε ακτινοβολία, ρύπανση, φυτοφάρμακα και βιοχημικά υλικά.
Η αντιοξειδωτική δράση των παραπάνω στοιχείων που περιέχονται στα συμπληρώματα διατροφής φαίνεται να παίζει ρόλο στη βελτίωση της ποιότητας των ωαρίων και επομένως και των εμβρύων σε ζευγάρια που υποβάλλονται σε κάποια από τις μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, στην υποδεκτικότητα του ενδομητρίου, στη βελτίωση της λειτουργίας των ωοθηκών, στην ενδομητρίωση, αλλά και στη μείωση μαιευτικών επιπλοκών, όπως αποβολές πρώτου τριμήνου, καθ’ έξιν αποβολές, προεκλαμψία κ.ά. Βιβλιογραφικά υπάρχουν αναφορές για την ευεργετική τους δράση, αλλά μεθοδολογικά και στατιστικά προβλήματα των μελετών που αφορούν ετερογένεια στους υπογόνιμους πληθυσμούς, στον συνδυασμό τους, στα δοσολογικά σχήματα, στις ηλικίες των γυναικών κλπ, ωθούν τους ερευνητές στο συμπέρασμα ότι χρειάζονται περισσότερες μελέτες για να αποδείξουν τη χρησιμότητά τους στην υπογονιμότητα.
Στην πράξη η χρήση των συμπληρωμάτων διατροφής είναι ευρεία. Είναι γνωστό ότι ο σύγχρονος τρόπος ζωής -ιδιαίτερα στον δυτικό κόσμο- οδηγεί συχνά σε κακή ή ανεπαρκή διατροφή. Η λήψη θρεπτικών συστατικών βελτιώνει την κατάσταση της υγείας των γυναικών. Για τον λόγο αυτό, τα συμπληρώματα διατροφής συστήνονται από ένα μεγάλο ποσοστό επαγγελματιών υγείας, όπως γυναικολόγοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, επιπλέον είναι ασφαλή, δεν προκαλούν παρενέργειες και υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι βελτιώνουν τη λειτουργία του γενετικού συστήματος και την αναπαραγωγική λειτουργία του οργανισμού.
Είναι πολύ σημαντικό να αναφερθεί πως τα συμπληρώματα αυτά πρέπει να παράγονται από υψηλής ποιότητας πρώτες ύλες με τεχνολογία που δεν επηρεάζει τη θρεπτική απόδοσή τους, ώστε να αποδίδουν το μέγιστο.
Μπορεί η λήψη τους να μην αποτελεί θεραπεία, αλλά -σε συνδυασμό με τη βελτίωση του τρόπου ζωής- μπορούν να προετοιμάσουν τον οργανισμό, ώστε να έρθει ευκολότερα το επιθυμητό αποτέλεσμα που είναι η απόκτηση ενός παιδιού.
Χρήστος Παππάς MD, PhD, MSc
Γυναικολόγος Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής
Επιστημονικός Συνεργάτης στη Μονάδα Εξωσωματικής FIVI Fertility Centre