fbpx
Επιλογή Σελίδας

Θεραπεία υπογονιμότητας

Πώς γίνεται η εξωσωματική;

Πώς γίνεται η εξωσωματική;

Για πολλά ζευγάρια που προσπαθούν να συλλάβουν, η εξωσωματική είναι κάτι το μυστηριώδες και πολύπλοκο, αλλά η πραγματικότητα είναι πολύ πιο απλή.

Η εξωσωματική δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια ιατρικώς παρακολουθούμενη διαδικασία με συγκεκριμένα βήματα που διαρκεί συνήθως ένα διάστημα 2 εβδομάδων.

Η φαρμακευτική αγωγή και η ιατρική παρακολούθηση για κάθε γυναίκα είναι εξατομικευμένη, επειδή δεν μπορούν να μπουν όλες οι γυναίκες στο ίδιο καλούπι.

Η διαδικασία που ακολουθείται στην πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι περιληπτικά η εξής:

  1. Διεγείρονται οι ωοθήκες της γυναίκας για μερικές μέρες με ειδικά φάρμακα. 
  2. Όταν τα ωάρια ωριμάσουν, συλλέγονται με μια μικρή επέμβαση που λέγεται ωοληψία
  3. Ο άντρας δίνει την ίδια μέρα σπέρμα το οποίο το επεξεργάζονται οι εμβρυολόγοι στο εργαστήριο
  4. Τα ωάρια γονιμοποιούνται με το σπέρμα είτε με κλασική γονιμοποίηση (IVF) είτε με μικρογονιμοποίηση (ICSI)
  5. Τα ωάρια που θα γονιμοποιηθούν ονομάζονται έμβρυα
  6. Τα έμβρυα μεγαλώνουν για μερικές μέρες μέσα σε ειδικούς κλιβάνους
  7. Την κατάλληλη μέρα (2-5 μέρες μετά την ωλοηψία) 1-4 έμβρυα τοποθετούνται στη μήτρα με μια διαδικασία που μοιάζει με το τεστ ΠΑΠ (αυτό λέγεται εμβρυομεταφορά)
  8. Τα καλής ποιότητας έμβρυα που απομένουν μετά την εμβρυομεταφορά μπορούν να κρυοσυντηρηθούν (να καταψυχθούν δηλαδή) και να χρησιμοποιηθούν –αν χρειαστεί- στο μέλλον

(Σε κάποια πρωτόκολλα, ΠΡΙΝ τη διέγερση των ωοθηκών με ορμόνες, προηγείται ένα στάδιο καταστολής των ορμονών που παράγονται φυσιολογικά από το σώμα).

 

Και τώρα, πιο αναλυτικά:

Φυσιολογικά παράγεται ένα μόνο ωάριο σε κάθε κύκλο της γυναίκας.

Ο στόχος -κατά κανόνα- στην εξωσωματική γονιμοποίηση είναι να διεγερθούν οι ωοθήκες, ώστε να παραχθούν με ασφάλεια όσο το δυνατόν περισσότερα ώριμα ωάρια, χωρίς όμως να προκληθεί πρόωρη ωορρηξία. (Βέβαια, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου επιλέγεται η εξωσωματική σε φυσικό κύκλο ή με ήπια διέγερση με στόχο την παραγωγή 1-2 ώριμων ωαρίων).

Παρακάτω θα εξηγήσουμε τα στάδια της εξωσωματικής με λεπτομέρειες:

 

ΔΙΕΓΕΡΣΗ ΩΟΘΗΚΩΝ

Αυτό επιτυγχάνεται με ειδικά φάρμακα (σε μορφή ενέσεων) που διεγείρουν τις ωοθήκες.

Ταυτόχρονα με τη διέγερση των ωοθηκών –σε κάποια πρωτόκολλα- ΜΠΟΡΕΙ να χορηγηθούν και άλλα φάρμακα (πάλι ενέσεις) που εμποδίζουν την ωορρηξία να συμβεί από μόνη της.

Για να το πούμε απλά, είναι περίπου σαν να οδηγούμε ένα αυτοκίνητο και να πατάμε κυρίως γκάζι (φάρμακα για τη διέγερση των ωοθηκών), αλλά και λίγο φρένο μαζί (φάρμακα για να αποφύγουμε την πρόωρη ωορρηξία).

Η φαρμακευτική θεραπεία (το λεγόμενο ‘πρωτόκολλο’) πρέπει να είναι εξατομικευμένη – δηλαδή να προσαρμόζεται σε κάθε γυναίκα ξεχωριστά ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της (π.χ. ηλικία, ιστορικό, αποτελέσματα εξετάσεων). Γι αυτό και η δόση των φαρμάκων δεν είναι ίδια για κάθε γυναίκα. Εδώ δεν ισχύει το ‘όσο περισσότερο, τόσο το καλύτερο’, επειδή οι υψηλές δόσεις των φαρμάκων μπορεί να οδηγήσουν σε υπερβολική διέγερση των ωοθηκών (σύνδρομο υπερδιέγερσης).

Πρέπει επίσης, για όσο καιρό η γυναίκα παίρνει τα φάρμακα (συνήθως για 10-12 μέρες), να παρακολουθείται με κολπικό υπέρηχο και αιματολογικές εξετάσεις κάθε 2-3 μέρες.

Αυτό γίνεται για να διαπιστωθεί πώς αντιδρούν οι ωοθήκες στην ορμονική θεραπεία και να γίνουν αλλαγές στις δόσεις των χορηγούμενων φαρμάκων (αν χρειάζεται), επειδή η ανταπόκριση των ωοθηκών μπορεί να διαφέρει από γυναίκα σε γυναίκα.

Όταν μεγαλώσουν αρκετά τα ωάρια, τότε γίνεται μια τελευταία ειδική ένεση για την τελική ωρίμανσή τους.

 

ΩΟΛΗΨΙΑ ΚΑΙ ΓΟΝΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΩΑΡΙΩΝ

Περίπου 32-36 ώρες μετά την τελευταία ειδική ένεση, προγραμματίζεται η ωοληψία (η συλλογή δηλαδή των ωαρίων).

Η ωοληψία είναι μια απλή επέμβαση που γίνεται μέσω του κόλπου και διαρκεί 10-30 λεπτά.

Με την καθοδήγηση υπερήχου, ο γιατρός αναρροφά τα ωάρια από τις ωοθήκες με μια ειδική βελόνα παρακέντησης, ενώ η γυναίκα έχει πάρει ελαφριά αναισθησία (μέθη).

Λίγες ώρες αργότερα ξεκινά η γονιμοποίηση των ωαρίων με το σπέρμα που έχει ήδη δοθεί από τον σύντροφο (ή τον δότη).

Η γονιμοποίηση των ωαρίων από το σπέρμα γίνεται είτε με την  κλασική εξωσωματική (IVF) είτε με τη μικρογονιμοποίηση (ICSI).

Κατά τη διάρκεια της κλασικής εξωσωματικής (IVF), ένας αριθμός σπερματοζωαρίων (περίπου 100.000) τοποθετούνται μαζί με τα ωάρια σε ένα ειδικό ‘πιατάκι’, όπου και πραγματοποιείται η γονιμοποίηση (χωρίς κάποια επιπλέον παρέμβαση του εμβρυολόγου). Μόνο ένα σπερματοζωάριο διαπερνά το εξωτερικό ‘κέλυφος’ κάθε ωαρίου για να το γονιμοποιήσει.

Στην περίπτωση της μικρογονιμοποίησης (ICSI), ο εμβρυολόγος επιλέγει ένα μόνο υγιές σπερματοζωάριο και το διοχετεύει απευθείας στο εσωτερικό του ωαρίου με τη βοήθεια ειδικού μικροσκοπίου.

Την πρώτη μέρα μετά την ωοληψία, ο εμβρυολόγος εξετάζει στο μικροσκόπιο πόσα ωάρια έχουν γονιμοποιηθεί.

Ας τονισθεί εδώ ότι δεν γονιμοποιούνται πάντα όλα τα ωάρια. Το ποσοστό γονιμοποίησης εξαρτάται από την ικανότητα του σπερματοζωαρίου να διεισδύσει μέσα στο ωάριο (στην κλασική εξωσωματική), αλλά και από την ικανότητα του ωαρίου να ‘υποδεχθεί’ σωστά το σπερματοζωάριο (και στην κλασική εξωσωματική, αλλά και στην ICSI). Κατά μέσο όρο, για κάθε 10 ωάρια που λαμβάνονται κατά την ωοληψία, γονιμοποιούνται τα 7 με 8.

Μετά τη γονιμοποίηση των ωαρίων (είτε με κλασική εξωσωματική –IVF- είτε με μικρογονιμοποίηση – ICSI), δημιουργούνται έμβρυα τα οποία καλλιεργούνται μέσα σε ειδικούς κλιβάνους-επωαστές σε συνθήκες παρόμοιες με αυτές που υπάρχουν στο σώμα.

Και πάλι, όλα τα έμβρυα που καλλιεργούνται δεν θα συνεχίσουν οπωσδήποτε να μεγαλώνουν κανονικά. Κάποια θα σταματήσουν να μεγαλώνουν και δεν θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν.

Δυστυχώς, η ‘απώλεια’ είναι κομμάτι κάθε κύκλου εξωσωματικής γονιμοποίησης και γι’ αυτό ακριβώς ο στόχος είναι να παραχθούν όσο το δυνατόν περισσότερα ωάρια από την αρχή.

 

ΕΜΒΡΥΟΜΕΤΑΦΟΡΑ

Από τα φυσιολογικά αναπτυσσόμενα έμβρυα, επιλέγονται 1-4 (ανάλογα με τον αριθμό και την ποιότητά τους, καθώς και την ηλικία και τις προτιμήσεις κάθε γυναίκας), τα οποία μεταφέρονται στη μήτρα.

Αυτό συμβαίνει την 2η-5η ημέρα μετά την ωοληψία (αναλόγως με τα διαθέσιμα έμβρυα).

Η μεταφορά των εμβρύων στη μήτρα είναι μία γρήγορη και ανώδυνη διαδικασία, που δε χρειάζεται καμιά αναισθησία.

Η γυναίκα προετοιμάζεται σαν να κάνει τεστ ΠΑΠ. Φροντίζει, όμως να έχει γεμάτη την ουροδόχο κύστη για να διευκολύνει την εμβρυομεταφορά.

Ο γιατρός τοποθετεί το ίδιο όργανο που χρησιμοποιείται στο τεστ ΠΑΠ στον κόλπο και καθαρίζει τον τράχηλο της μήτρας. Τα έμβρυα τοποθετούνται στη συνέχεια μέσα σε μια μικρή σύριγγα η οποία είναι προσαρτημένη σε ένα λεπτό και εύκαμπτο πλαστικό σωλήνα (‘καθετήρας’). Ο καθετήρας περνά μέσα από τον τράχηλο και όταν φτάσει στην κοιλότητα της μήτρας, το έμβολο της σύριγγας πιέζεται αργά και τα έμβρυα εναποτίθενται μέσα στη μήτρα.

Στη συνέχεια, τα έμβρυα θα εμφυτευθούν και θα σχηματίσουν μια εγκυμοσύνη.

Η όλη διαδικασία συνήθως εκτελείται με καθοδήγηση υπερήχου για να επιβεβαιωθεί επακριβώς η θέση των εναποθέσεων εμβρύων.

Στη συνέχεια, η γυναίκα παίρνει κάποια φάρμακα και συστήνεται ήπια και χαλαρή δραστηριότητα για τις επόμενες μέρες.

Μετά από 12-14 μέρες, γίνεται εξέταση χοριακής στο αίμα για να διαπιστωθεί η ύπαρξη εγκυμοσύνης.

Μετά από άλλες 2 εβδομάδες, γίνεται το πρώτο υπερηχογράφημα για να επιβεβαιωθεί η εγκυμοσύνη μέσα στη μήτρα με την αναγνώριση καρδιακής λειτουργίας.

H εγκυμοσύνη μετά από εξωσωματική δε διαφέρει από την εγκυμοσύνη με φυσικό τρόπο κι επομένως δε χρειάζεται η λήψη κάποιων ιδιαίτερων προφυλακτικών μέτρων.

Ένα κατατοπιστικό βίντεο για το πώς γίνεται η εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να βρεθεί εδώ (από το 0:45 μέχρι το 2:35) (στα Αγγλικά).