Μια νέα μελέτη έρχεται να εξετάσει πώς και για πόσο επηρεάζεται το σπέρμα ανδρών που νοσούν από COVID-19.
Στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Fertility and Sterility συμμετείχαν 120 άνδρες που είχαν αναρρώσει από επιβεβαιωμένη λοίμωξη SARS–CoV-2.
Η μέση ηλικία των ασθενών ήταν περίπου 35 έτη και ο μέσος δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) ήταν περίπου 25. Έντεκα από τους συμμετέχοντες στη μελέτη χαρακτηρίστηκαν ως παχύσαρκοι λόγω ΔΜΣ που ξεπερνούσε το 30, ενώ 16 συμμετέχοντες στη μελέτη είχαν άλλες συννοσηρότητες.
Επιπλέον, οι περισσότεροι συμμετέχοντες δεν είχαν παιδιά και οκτώ ανέφεραν προβλήματα γονιμότητας.
Το τεστ Sperm COVID PCR δεν ανίχνευσε RNA του SARS–CoV-2 σε κανένα από τα 120 δείγματα σπέρματος κατά μέσο όρο περίπου 53 ημέρες μετά την αρχική τους διάγνωση με COVID-19.
Περίπου το ένα τέταρτο των συμμετεχόντων στη μελέτη είχε πλήρως φυσιολογικές παραμέτρους σπέρματος, όμως το 25,4% είχε τουλάχιστον δύο μη φυσιολογικές παραμέτρους. Πιο συγκεκριμένα, το 25% όλων των δειγμάτων ήταν ολιγοζωοσπερμικά. Επίσης υπήρξαν δραστικές μειώσεις στη συγκέντρωση του σπέρματος, στον αριθμό των σπερματοζωαρίων, καθώς και στη συνολική και προοδευτική κινητικότητα των σπερματοζωαρίων μετά την ανάρρωση από τον COVID-19. Η μορφολογία του σπέρματος φάνηκε ότι επηρεάστηκε περισσότερο από την κινητικότητα του σπέρματος, ενώ η συγκέντρωση του σπέρματος επηρεάστηκε λιγότερο.
Οι επικεφαλής της έρευνας αναφέρουν ότι οι βλάβες στο σπέρμα ήταν πιο έντονες τον πρώτο μήνα μετά τον COVID-19, αφού δείγματα που δοκιμάστηκαν ένα μήνα μετά την ανάρρωση από μόλυνση από SARS–CoV-2 σχετίστηκαν με μειωμένη κινητικότητα σπέρματος, μειωμένα συνολικά σπερματοζωάρια και χαμηλότερη συγκέντρωση σπερματοζωαρίων ανά χιλιοστόλιτρο.
Παρόλο που η σοβαρότητα της λοίμωξης συσχετίστηκε με μειωμένη κινητικότητα και χειρότερη μορφολογία σπέρματος, το σύμπτωμα του πυρετού φαίνεται ότι δεν επηρέασε την ποιότητα του σπέρματος στους άνδρες των οποίων μελετήθηκε το σπέρμα μετά τη νόσησή τους.
Τα καλά νέα, όμως, της έρευνας ήταν ότι οι παράμετροι ποιότητας του σπέρματος έγιναν σχεδόν φυσιολογικές περίπου δύο μήνες μετά τη μόλυνση, κάτι παρατηρήθηκε ανεξάρτητα από τη σοβαρότητα της νόσου.
Δεν μεταδίδεται σεξουαλικά η COVID-19 κατά τη ανάρρωση
Ένα άλλο ενδιαφέρον εύρημα της μελέτης είναι ότι στο 61% των δειγμάτων σπέρματος ανιχνεύθηκαν αντισώματα κατά του σπέρματος IgA (ASA). Τα ευρήματα από την εν λόγω μελέτη παρείχαν ισχυρές ενδείξεις ότι ο SARS–CoV-2 δεν μπορεί να μεταδοθεί σεξουαλικά μέσω του σπέρματος μετά την ανάρρωση, καθώς κανένα από τα δείγματα σπέρματος δεν περιείχε ιικό RNA.