Από το 2006 είναι παράνομη στο Ηνωμένο Βασίλειο η χρήση σπέρματος από δότες που δεν είναι πρόθυμοι να αναγνωριστεί η ταυτότητά τους στα παιδιά που γεννήθηκαν από τις δωρεές τους. Αυτό σημαίνει ότι απαγορεύεται κάποιος να είναι ανώνυμος δότης σπέρματος στη Μ. Βρετανία.
O Allan Pacey, καθηγητής Ανδρολογίας και Επικεφαλής του Τμήματος Ογκολογίας και Μεταβολισμού στο Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ, αναφέρει ωστόσο ότι με βάση πρόσφατα στοιχεία από την Αρχή Ανθρώπινης Γονιμοποίησης και Εμβρυολογίας, περισσότερα από τα μισά εισαγόμενα κρυοσυντηρημένα σπέρματα που χρησιμοποιούνται για εξωσωματικές στη Μ. Βρετανία προέρχονται από δότες σπέρματος σε τράπεζες σπέρματος από τις ΗΠΑ και τη Δανία.
Με βάση αυτή την πληροφορία, η ομάδα του καθηγητή από το Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ συνεργάστηκε με μια από τις μεγαλύτερες τράπεζες σπέρματος στον κόσμο, την Cryos International, για να χαρτογραφήσει το προφίλ περισσότερο από 11.700 ανδρών που υπέβαλαν αίτηση για να γίνουν δότες σπέρματος.
Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Human Reproduction, δείχνουν ότι πάνω από τους μισούς άνδρες (54,91%) που υπέβαλαν αίτηση για να γίνουν δότες σπέρματος στην τράπεζα σπέρματος Cryos στη Δανία και στις ΗΠΑ αποσύρθηκαν από το πρόγραμμα πριν φτάσουν στο τέλος της διαδικασίας. Αιτία της απόσυρσης ήταν σε ένα μεγάλο ποσοστό το ότι απορρίφθηκαν ως υποψήφιοι δότες κατά τη διεξαγωγή εξετάσεων, που σκοπό είχαν να ελέγξουν την κατάσταση της υγείας τους και την καταλληλότητα του σπέρματος. Ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης καθηγητής Pacey και η ομάδα του επιπλέον εξέτασαν στο πλαίσιο της μελέτης πόσοι από τους δωρητές σπέρματος στο Cryos συμφώνησαν να είναι αναγνωρίσιμοι σε σύγκριση με εκείνους που προτίμησαν να παραμείνουν ανώνυμοι.
Διαπίστωσαν ότι περισσότεροι από 4 στους 10 υποψηφίους δωρητές, περίπου δηλαδή το 40% των δοτών, συμφώνησαν αρχικά να είναι αναγνωρίσιμοι. Από όσους προτίμησαν να είναι ανώνυμοι κάποιοι άλλαξαν γνώμη λαμβάνοντας πληρέστερη ενημέρωση από τους υπεύθυνους της τράπεζας σπέρματος. Διαπιστώθηκε μάλιστα ότι πιο δεκτικοί σε αυτό ήταν οι δότες από τη Δανία, οι οποίοι ήταν πιο πιθανό να συμφωνήσουν να άρουν την ανωνυμία τους από ότι οι δότες από τις ΗΠΑ.
Είναι ενδιαφέρον ότι η ομάδα διαπίστωσε ότι, καθώς η διαδικασία ελέγχου και δωρεάς προχωρούσε, όλο και περισσότεροι από τους δωρητές που αρχικά ήθελαν να είναι ανώνυμοι συμφώνησαν να γίνουν αναγνωρίσιμοι.
«Αυτό που είναι ιδιαίτερα συναρπαστικό είναι ότι όλο και περισσότεροι δωρητές, οι οποίοι αρχικά ήθελαν να παραμείνουν ανώνυμοι, ήταν πρόθυμοι να δηλώσουν την ταυτότητά τους, καθώς συνεχιζόταν η διαδικασία ελέγχου και δωρεάς και λάμβαναν την απαραίτητη ενημέρωση σχετικά με τη νομοθεσία που ισχύει σε κάποιες χώρες. Αυτά είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά νέα για τα ζευγάρια στο Ηνωμένο Βασίλειο που υποβάλλονται σε θεραπεία γονιμότητας, καθώς αποτελεί νομική απαίτηση για τους δότες σπέρματος να είναι γνωστοποιημένη η ταυτότητά τους στα παιδιά που μπορεί να γεννηθούν από τις δωρεές τους» ανέφερε ο καθηγητής Pacey.