fbpx
Επιλογή Σελίδας
Πώς μπορεί να βοηθήσει ο ενδοκρινολόγος το υπογόνιμο ζευγάρι;

Ας ξεκινήσουμε με το να ορίσουμε ποιο ζευγάρι θεωρείται υπογόνιμο.

Υπογόνιμο θεωρείται το ζευγάρι που δεν καταφέρνει να τεκνοποιήσει ύστερα από έναν χρόνο συστηματικών ελεύθερων επαφών (χωρίς τη χρήση μεθόδων αντισύλληψης). Αξίζει να αναφερθεί ότι 15% από τα υπογόνιμα ζευγάρια θα καταφέρουν να τεκνοποιήσουν, χωρίς ιατρική παρέμβαση, μέσα στα επόμενα δύο χρόνια.

 

Η υπογονιμότητα μπορεί να αφορά τόσο τον άνδρα, όσο και τη γυναίκα, με τις πιθανότητες να μοιράζονται περίπου ίσα ανάμεσα στα δύο φύλα. Στο 30% των περιπτώσεων υπογονιμότητας το αίτιο παραμένει αδιευκρίνιστο (ιδιοπαθής υπογονιμότητα). Λαμβάνοντας υπόψιν την καθοριστική επίδραση που έχει ο παράγοντας «ηλικία», κυρίως στη γυναικεία υπογονιμότητα, έχει προταθεί ότι στα νέα ζευγάρια (όταν η ηλικία της γυναίκας είναι μικρότερη των 35 ετών) ο έλεγχος για πιθανά αίτια υπογονιμότητας να ξεκινά εφόσον δεν έχει προκύψει εγκυμοσύνη μετά από έναν χρόνο συστηματικών ελεύθερων επαφών. Το διάστημα αυτό περιορίζεται στους 6 μήνες για γυναίκες 35-40 ετών. Για τις γυναίκες άνω των 40 ετών, ο έλεγχος για πιθανά αίτια υπογονιμότητας πρέπει να γίνεται άμεσα.

 

Σε ποιες περιπτώσεις μπορεί κανείς να απευθυνθεί στον ενδοκρινολόγο;

Οι διαταραχές της αναπαραγωγής μπορεί να προκύψουν από παθολογικές μεταβολές στον άξονα του υποθάλαμου – υπόφυσης – γονάδων (όρχεων ή ωοθηκών). Μπορεί να περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων, όπως η υπογονιμότητα, η υπερβολική τριχοφυΐα, η ακμή, η ολιγομηνόρροια και η διακοπή της έμμηνης ρύσης (αμηνόρροια) στις γυναίκες, και η υπογονιμότητα, η στυτική δυσλειτουργία και η ελάττωση της σεξουαλικής επιθυμίας (libido) στους άνδρες.

 

Συμπτώματα που θα πρέπει να εκτιμηθούν από τον ενδοκρινολόγο
Γυναίκες  Άνδρες 
Υπογονιμότητα  Υπογονιμότητα
Τριχοφυΐα  Στυτική δυσλειτουργία
Ακμή  Ελάττωση libido
Ολιγομηνόρροια και αμηνόρροια   Ελάττωση πρωινών στύσεων
Συχνομηνόρροια  

 

Τα κυριότερα ενδοκρινικά αίτια υπογονιμότητας στις γυναίκες είναι:
  • Παθήσεις θυρεοειδή αδένα
  • Σακχαρώδης διαβήτης
  • Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών
  • Πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια
  • Διάφορα σύνδρομα που χαρακτηρίζονται από αυξημένα επίπεδα ανδρογόνων (υπερανδρογοναιμία), όπως το σύνδρομο Cushing, οι όγκοι των επινεφριδίων και η συγγενής επινεφριδική υπερπλασία.
  • Αυξημένα επίπεδα προλακτίνης (υπερπρολακτιναιμία). Η προλακτίνη είναι μία ορμόνη που παράγεται από την υπόφυση, έναν αδένα σε μέγεθος μπιζελιού πίσω από τα μάτια, που ελέγχει την παραγωγή πολλών ορμονών.

 

Τα κυριότερα ενδοκρινικά αίτια υπογονιμότητας στους άνδρες είναι:
  • Διαταραχές των όρχεων που επηρεάζουν την παραγωγή σπέρματος (80% των περιπτώσεων)
  • Διαταραχές στη μεταφορά του σπέρματος (5% των περιπτώσεων)
  • Διαταραχές που προκαλούν ελάττωση των επιπέδων της τεστοστερόνης (υπογοναδισμός) (2–5% των περιπτώσεων)
  • Άλλες διαταραχές που επηρεάζουν την παραγωγή σπέρματος και τη σεξουαλική λειτουργία (π.χ. πρώιμη ή καθυστερημένη εκσπερμάτιση), όπως οι παθήσεις του θυρεοειδή αδένα και της υπόφυσης, η παχυσαρκία και ο σακχαρώδης διαβήτης

 

Τι μπορεί να κάνει ο ενδοκρινολόγος για να θέσει την αιτία της υπογονιμότητας του ζευγαριού;

Ο ενδοκρινολόγος θα ελέγξει την καλή λειτουργία του άξονα υποθάλαμος – υπόφυση – γονάδων (όρχεων ή ωοθηκών) στον άνδρα και στη γυναίκα. Θα αξιολογήσει συμπτώματα και σημεία που προκύπτουν από το ιστορικό και την κλινική εξέταση του ζευγαριού και θα παραγγείλει τον κατάλληλο ορμονικό έλεγχο. Στον άνδρα θα αξιολογήσει το σπερμοδιάγραμμα, το οποίο θα καθορίσει τη θεραπεία του άνδρα με υπογονιμότητα.

 

Τι μπορεί να κάνει ο ενδοκρινολόγος για να αντιμετωπίσει την υπογονιμότητα του ζευγαριού;

Η θεραπεία της υπογονιμότητας ξεκινά από την αντιμετώπιση του αίτιου που την προκαλεί, εφόσον αυτό έχει εντοπισθεί.

Η αποκατάσταση του υπερθυρεοειδισμού και του υποθυρεοειδισμού μπορεί να αποκαταστήσει την ωοθυλακιορρηξία και τη γονιμότητα στη γυναίκα και τη σεξουαλική λειτουργία και την παραγωγή σπέρματος στον άνδρα. Πολύ σημαντική είναι η άριστη ρύθμιση της λειτουργίας του θυρεοειδούς σε κάθε γυναίκα που επιθυμεί γονιμότητα. Αυτό συμβαίνει γιατί, κατά το πρώτο τρίμηνο της κύησης, οι θυρεοειδικές ορμόνες (που προέρχονται αποκλειστικά από τη μητέρα) παίζουν κύριο ρόλο στη διάπλαση του εγκεφάλου του εμβρύου και στη γενικότερη ανάπτυξή του. Σημαντική είναι επίσης η ανάγκη για άριστη ρύθμιση της θυρεοειδικής λειτουργίας, αλλά και η μέτρηση των θυρεοειδικών αντισωμάτων (anti-TPO, anti-Tg) σε όλες τις γυναίκες που πρόκειται να υποβληθούν σε εξωσωματική γονιμοποίηση. Ο έλεγχος λοιπόν της λειτουργίας και της αυτοανοσίας του θυρεοειδή αδένα πρέπει να προηγείται της προσπάθειας για εξωσωματική γονιμοποίηση.

Η καλή ρύθμιση του σακχαρώδη διαβήτη, η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και η διόρθωση του μεταβολικού συνδρόμου (αρτηριακή υπέρταση, δυσλιπιδαιμία), μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση ή πλήρη αποκατάσταση της γονιμότητας στον άνδρα και στη γυναίκα. Το ίδιο μπορεί να συμβεί με την αντιμετώπιση συστηματικών νοσημάτων που προκαλούν υπογονιμότητα. Η αφαίρεση όγκων από την περιοχή του υποθαλάμου και της υπόφυσης, και η χορήγηση των κατάλληλων ορμονών για την αποκατάσταση της λειτουργίας της υπόφυσης (σε περίπτωση μόνιμης βλάβης), είναι απαραίτητες για να επανέλθει η γονιμότητα.

Σε περίπτωση μόνιμου υπογοναδισμού που οφείλεται σε βλάβη της υπόφυσης, μια σχετικά σπάνια κατάσταση, γίνεται χορήγηση γοναδοτροπινών. Συνήθως η θεραπεία του υπογόνιμου άνδρα με γοναδοτροπίνες επί 3-9 μήνες μπορεί να οδηγήσει σε βελτίωση στην παραγωγή του σπέρματος και να οδηγήσει σε φυσική σύλληψη. Στις περιπτώσεις που δεν είναι δυνατή η αποκατάσταση της λειτουργίας με τις κατάλληλες ορμόνες (π.χ. βλάβη στη σπερματογένεση που οφείλεται στον όρχι, κλειστές σάλπιγγες), τον ρόλο της θεραπείας αναλαμβάνει η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή (σπερματέγχυση, εξωσωματική γονιμοποίηση). Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο ενδοκρινολόγος φροντίζει ώστε να υπάρχει το κατάλληλο ορμονικό προφίλ (φυσιολογική λειτουργία του θυρεοειδή, επάρκεια βιταμίνης D), ώστε η κύηση να ξεκινήσει με τους ευνοϊκότερους δυνατούς όρους.

 

Γεσθημανή Μηντζιώρη ΜSc(Res), PhD 
Ενδοκρινολόγος

Δημήτριος Γ. Γουλής 
Καθηγητής Ενδοκρινολογίας