fbpx
Επιλογή Σελίδας
Η σημασία του μικροβίωματος για τη γονιμότητα και την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή

Το ανθρώπινο μικροβίωμα είναι το σύνολο των μικροοργανισμών (βακτήρια, ιοί, μύκητες, πρωτόζωα) και το γονιδίωμα που αυτά περιέχουν, που ζουν πάνω και μέσα στο σώμα μας. Μικροσκοπικοί μεν, αλλά πολύ σημαντικοί, αυτοί οι οργανισμοί ζουν σε όλα τα μέρη του σώματός μας δημιουργώντας ένα βιολογικό οικοσύστημα με ύψιστη σημασία για την υγεία. Το ανθρώπινο μικροβίωμα αποτελείται από 100 τρισεκατομμύρια κύτταρα και περισσότερα από 1000 διαφορετικά είδη, με μεγάλη ποικιλομορφία και ετερογένεια μεταξύ διαφορετικών ατόμων. 

Οι περισσότεροι άνθρωποι όταν ακούν την λέξη “μικροβίωμα” νομίζουν πως αυτό αφορά μόνο το γαστρεντερικό σύστημα και συγκεκριμένα το έντερο, στην πραγματικότητα, όμως, τα μικρόβια αυτά βρίσκονται κυριολεκτικά παντού, σε όλο το σώμα, αποικίζοντας τα πάντα, από το δέρμα έως τα αναπαραγωγικά όργανα. 

Το μικροβίωμα αποτελείται τόσο από μικρόβια που είναι χρήσιμα για τις διαφορετικές λειτουργίες του οργανισμού, όσο και από κάποια άλλα που είναι δυνητικά επιβλαβή. Τα περισσότερα από αυτά είναι συμβιωτικά (όπου τόσο το ανθρώπινο σώμα όσο και τα μικρόβια επωφελούνται από τη συνύπαρξή τους) και τα υπόλοιπα, σε μικρότερους αριθμούς, είναι παθογόνα (μπορεί δηλαδή να προκαλέσουν κάποια ασθένεια).  

Σε ένα υγιές σώμα, τα παθογόνα και τα συμβιωτικά μικρόβια συνυπάρχουν χωρίς προβλήματα. Το ανθρώπινο μικροβίωμα παίζει καθοριστικό ρόλο στην ομαλή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, συμμετέχει στη διάσπαση δυνητικώς τοξικών ενώσεων που βρίσκονται στα τρόφιμα και είναι υπεύθυνο για τη σύνθεση ορισμένων βιταμινών και αμινοξέων, συμπεριλαμβανομένων των βιταμινών Β και της βιταμίνης Κ. Για παράδειγμα, τα βασικά ένζυμα που απαιτούνται για τον σχηματισμό της βιταμίνης Β12, που μεταξύ άλλων παίζει πολύ σημαντικό ρόλο και στη γονιμότητα, βρίσκονται μόνο σε βακτήρια, και όχι σε φυτά ή ζώα. 

Όταν, όμως, η ισορροπία ανάμεσα στα μικρόβια για κάποιο λόγο διαταράσσεται, (δυσβίωση), αυτό μπορεί να επιδεινώσει ή και να προκαλέσει παθήσεις που σχετίζονται με τη δυσβίωση, όπως παθήσεις του γαστρεντερικού συστήματος (π.χ. σπαστική κολίτιδα ή νόσος Crohn), αυτοάνοσα νοσήματα (π.χ. ρευματοειδής αρθρίτιδα, θυρεοειδίτιδα), αλλεργίες, άσθμα, διαβήτης, καρδιαγγειακά νοσήματα, καρκίνος -και σύμφωνα με πιο πρόσφατες μελέτες- ακόμα και υπογονιμότητα. 

 

Η δυσβίωση μπορεί να οφείλεται σε διαφορετικά αίτια, όπως: 
  • Μία μολυσματική ασθένεια 
  • Αλλαγές στη διατροφή (που αυξάνουν την πρόσληψη πρωτεϊνών, ζάχαρης ή χημικών πρόσθετων στα τρόφιμα και φυτοφαρμάκων) 
  • Παρατεταμένη χρήση αντιβιοτικών (ή άλλων φαρμάκων που καταστρέφουν τα βακτήρια)  
  • Συχνή κατανάλωση αλκοόλ 
  • Κάπνισμα 
  • Κακή οδοντική υγιεινή 
  • Υψηλά επίπεδα στρες (που μπορούν να αποδυναμώσουν το ανοσοποιητικό σύστημα) 
  • Σεξ χωρίς προστασία 

 

 Μικροβίωμα και γονιμότητα 

 Σύμφωνα με ολοένα και περισσότερες επιστημονικές μελέτες, το μικροβίωμα του αναπαραγωγικού συστήματος εμπλέκεται σε μεγάλο βαθμό στην αναπαραγωγική υγεία των γυναικών και πιθανότητα και στην εγκυμοσύνη. Πλέον, θεωρείται πως η κατανόηση του τρόπου αξιολόγησης, διάγνωσης και αντιμετώπισης της δυσβίωσης στη γυναικεία αναπαραγωγική οδό μπορεί να οδηγήσει σε σημαντική βελτίωση της γονιμότητας και αύξηση στα ποσοστά επιτυχίας στην εξωσωματική. 

Μόλις πρόσφατα, στα πλαίσια του Human Microbiome Project, διαπιστώθηκε ότι το κολπικό μικροβίωμα αντιπροσωπεύει περίπου το 9% του συνόλου των μικροβίων στη γυναίκα. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με μελέτη της μικροβιακής βιομάζας της γυναικείας αναπαραγωγικής οδού, ο κόλπος φαίνεται πως φιλοξενεί ένα τεράστιο μικροσύστημα που περιέχει δισεκατομμύρια μικρόβια. 

Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ληφθεί υπόψη στα πλαίσια προετοιμασίας για εγκυμοσύνη, είτε αυτή πρόκειται να πραγματοποιηθεί με φυσική σύλληψη είτε με εξωσωματική γονιμοποίηση. Μάλιστα, η μελέτη της κολπικής μικροβιακής ποικιλομορφίας μιας γυναίκας στις αρχές της εγκυμοσύνης, μπορεί να είναι χρήσιμη και για την πρόβλεψη του κινδύνου πρόωρου τοκετού. 

 Οι ακριβείς επιπτώσεις και οι τρόποι με τους οποίους οι διαφορετικοί μικροοργανισμοί επηρεάζουν τη γονιμότητα εξακολουθούν να μελετώνται συστηματικά. Κι ενώ σημαντικό ποσοστό της έρευνας σχετικά με τη γονιμότητα έχει πραγματοποιηθεί στα πλαίσια εξωσωματικής γονιμοποίησης, τα ευρήματα έχουν σημασία και για τη φυσική σύλληψη.  

Ας δούμε πιο αναλυτικά τι γνωρίζουμε έως τώρα γι’ αυτήν τη σχέση: 

 

Η φυσιολογική μικροβιακή χλωρίδα της γυναικείας αναπαραγωγικής οδού περιλαμβάνει μια ποικιλία ειδών Lactobacillus, που δημιουργούν ένα υγιές περιβάλλον για το έμβρυο τόσο κατά την προ- όσο και την περι-γεννητική περίοδο. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο απλά από την καθαυτή παρουσία τους, αλλά και εξαιτίας του ότι οι γαλακτοβάκιλλοι, μέσω της παραγωγής γαλακτικού οξέος, υπεροξειδίου του υδρογόνου (Η2Ο2), βακτηριοκινών (ουσίες πρωτεϊνικής δομής με αντιβακτηριδιακή δράση) και προβιοτικών, προάγουν ένα υποστηρικτικό περιβάλλον για την εμφύτευση και την πρώιμη εμβρυϊκή ανάπτυξη. 

  

Μικροβίωμα κόλπου 

Σύμφωνα με τις τρέχουσες γνώσεις, σε μη έγκυες υγιείς γυναίκες το κολπικό μικροβίωμα κυριαρχείται από τέσσερα είδη γαλακτοβάκιλλων Lactobacillus: L. crispatus, L.iners, L. jensenii, L. gasseri. Το κολπικό μικροβίωμα επίσης χαρακτηρίζεται από την απουσία ή 

παρουσία ορισμένων βακτηριακών ειδών, όπως η Gardnerella και το Ureaplasma, που με τη σειρά τους διαμορφώνουν ένα υγιές ή εχθρικό κολπικό περιβάλλον. 

Χαρακτηριστικό του κολπικού μικροβιώματος είναι ότι παρουσιάζει μεγάλες διαφορές και ποικιλομορφία στη διάρκεια ζωής μιας γυναίκας, ανάλογα με φυσιολογικά συμβάντα που επηρεάζουν την ορμονική ισορροπία, όπως ο εμμηνορροϊκός κύκλος, η εγκυμοσύνη και η εμμηνόπαυση, αλλά και εξωτερικούς παράγοντες, όπως η σεξουαλική δραστηριότητα, η προσωπική υγιεινή, αλλά και ιατροφαρμακευτικές θεραπείες. 

Η βακτηριακή κολπίτιδα (Bacterial Vaginosis) είναι ένα παράδειγμα κολπικής δυσβίωσης που χαρακτηρίζεται από ελάττωση των γαλακτοβακίλλων και παθολογική αύξηση αναερόβιων βακτηρίων. Η βακτηριακή κολπίτιδα επηρεάζει το 20-50% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας και αποτελεί παράγοντα κινδύνου για υπογονιμότητα.  

Αυξημένη παρουσία συγκεκριμένων βακτηρίων (Atopobium vaginae, Ureaplasma vaginae, U. parvum, U. urealyticum και Gardnerella), συνδυαστικά με μεγαλύτερη αφθονία Candida και ελαχιστοποίηση κολπικών και τραχηλικών λακτοβακίλλων, είναι συχνό φαινόμενο σε γυναίκες με προβλήματα γονιμότητας. 

Σε γενικές γραμμές, επειδή η κολπική δυσβίωση και η βακτηριακή κολπίτιδα μπορεί να σχετίζονται με τη φτωχή έκβαση μιας κύησης, οι γυναίκες που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση είναι σκόπιμο να ελέγχονται -και σε περίπτωση παθολογίας να θεραπεύονται- προκειμένου να βελτιώσουν τα ποσοστά επιτυχίας. 

  

Μικροβίωμα ενδομητρίου  

Έχει βρεθεί πως τα δυσβιοτικά βακτήρια στο ενδομήτριο μπορεί να σχετίζονται με αποτυχία εμφύτευσης. Αξίζει να αναφερθεί πως παλαιότερα νομίζαμε ότι η ανώτερη αναπαραγωγική οδός ήταν στείρα μικροβίων. Σήμερα, όμως, είναι σαφές πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει, με το γυναικείο ανώτερο αναπαραγωγικό σύστημα, το οποίο περιλαμβάνει τη μήτρα και τις σάλπιγγες, να φιλοξενεί 10.000 φορές λιγότερα βακτήρια από τον κόλπο.  

Συγκεκριμένα, περισσότερα στελέχη Lactobacillus έχουν συσχετιστεί με καλύτερα αποτελέσματα, πιθανώς μέσω ρύθμισης της φλεγμονώδους και ανοσολογικής απόκρισης στο ενδομήτριο. Κι ενώ θεωρητικά είναι αναμενόμενο οι έντονες ορμονικές αλλαγές στα πλαίσια εξωσωματικής γονιμοποίησης να επηρεάζουν το μικροβίωμα του ενδομητρίου, παραδόξως, έχει διαπιστωθεί ότι αυτό δε μεταβάλλεται υπό ορμονική επιρροή στην περίοδο πριν από την εμφύτευση. Γι’ αυτό οι επιστήμονες που ειδικεύονται σε αυτόν τον τομέα θεωρούν πως η αξιολόγηση του μικροβιώματος του ενδομητρίου -όπως και του κόλπου- και η καλή του υγεία πριν από την έναρξη της εξωσωματικής γονιμοποίησης, αποτελούν απαραίτητα συστατικά επιτυχίας. 

  

Μικροβίωμα εντέρου και γονιμότητα 

Το έντερο κάνει πολλά περισσότερα από την απλή πέψη, την απορρόφηση και την απέκκριση της τροφής. Στην πραγματικότητα, επηρεάζει την υγεία κάθε άλλου συστήματος στο σώμα, συμπεριλαμβανομένου και του αναπαραγωγικού συστήματος.  

 Υπάρχουν διαφορετικοί μηχανισμοί με τους οποίους το γαστρεντερικό και το αναπαραγωγικό σύστημα συνεργάζονται.  

 Πρόσφατη έρευνα διαπίστωσε ότι οι γυναίκες με επαναλαμβανόμενες αποβολές παρουσιάζουν υψηλότερη συχνότητα διαταραχών του εντέρου που δεν έχουν διαγνωστεί. Επιπλέον, το μικροβίωμα του εντέρου είναι υπεύθυνο για τη μετατροπή των δεσμευμένων οιστρογόνων σε ελεύθερα (μέσω του ενζύμου  β-γλυκουρονιδάση), και σύμφωνα με πρόσφατη ανασκόπηση, χωρίς ένα υγιές εντερικό μικροβίωμα, ο μεταβολισμός και η φυσιολογική λειτουργία των οιστρογόνων εξασθενεί και μπορεί να συμβάλλει σε αρνητικές επιπτώσεις στην αναπαραγωγική υγεία, όπως ενδομητρίωση, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (PCOS), υπερπλασία του ενδομητρίου και υπογονιμότητα.  

 Επίσης, είναι ενδιαφέρον να αναφερθεί ότι μια μετα-ανάλυση που ολοκληρώθηκε το 2016 διαπίστωσε ότι οι γυναίκες με ανεξήγητη υπογονιμότητα έχουν 3,5 φορές μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίζουν κοιλιοκάκη (δυσανεξία στη γλουτένη). Στην πραγματικότητα, εκτιμάται ότι έως και το 6% των γυναικών που διαγιγνώσκονται με ανεξήγητη υπογονιμότητα έχουν στην πραγματικότητα μη διαγνωσμένη κοιλιοκάκη. Μάλιστα, έχει προταθεί πως η ανεξήγητη υπογονιμότητα μπορεί να είναι το πρώτο σημάδι κοιλιοκάκης σε ορισμένες γυναίκες. Τέλος, μία χρόνια φλεγμονή στο έντερο μπορεί επίσης να προκαλέσει μειωμένα επίπεδα προγεστερόνης που οδηγούν σε αποτυχία εμφύτευσης ή ανάπτυξη αυτοάνοσων προβλημάτων που επηρεάζουν αρνητικά τη γονιμότητα.  

 Σε κάθε περίπτωση, αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι πως το μικροβίωμα μπορεί να επηρεάσει ποικιλοτρόπως τη γονιμότητα σε όλα τα επίπεδα, τόσο στην επίτευξη κύησης (φυσιολογικά ή με εξωσωματική γονιμοποίηση), όσο και στην επιτυχή έκβασή της. Για τον λόγο αυτόν, η αξιολόγηση του μικροβιώματος, πάντα με αξιόπιστες μεθόδους, και η έγκαιρη, επιστημονικά τεκμηριωμένη αντιμετώπιση της όποιας παθολογίας, αποτελούν απαραίτητα συστατικά της επιτυχίας. 

  

Χαρούλα Μαθιοπούλου Μπιλάλη BSc MMedSc
Βιολόγος με εξειδίκευση στην Ιατρικώς Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή και το Μικροβίωμα
Επιστημονική Συνεργάτιδα της Μονάδας Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής Institute of Life IASO
CEO Ferticeutics – Health & Fertility Therapeutics