Μαρία Νικολή – Μαία Γονιμότητας.
Η υπογονιμότητα είναι μια διαταραχή της υγείας. Τα ζευγάρια που παραμένουν άτεκνα παρά τη θέλησή τους δεν απολαμβάνουν πάντα πνευματική και κοινωνική ευημερία, επειδή η ακούσια υπογονιμότητα θεωρείται κοινωνικό στίγμα και συχνά έχει επιζήμια επίδραση στην πνευματική και κοινωνική ευημερία των άτεκνων ζευγαριών. Τα υπογόνιμα ζευγάρια θεωρούνται ότι αντιμετωπίζουν πρόβλημα υγείας εξαιτίας αυτού, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να στιγματιστούν για αυτό, όπως κανείς δεν στιγματίζεται επειδή έχει γρίπη ή μυωπία.
Αν μπορούσαμε να συνειδητοποιήσουμε ότι ένα υπογόνιμο ζευγάρι επενδύει χρήματα, χρόνο, συναισθήματα και ψυχολογικά αποθέματα σε ποσοστά στατιστικών και σε πιθανότητες, τότε δε θα ξεστομίζαμε τόσο εύκολα το «απλά, χαλαρώστε και θα έρθει» που συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε και δεν έχει βοηθήσει ποτέ κανέναν. Προβαίνουν στη προσπάθεια χωρίς κανένας να τους έχει πει ότι το αποτέλεσμα θα έχει επιτυχία και θα πάνε στο σπίτι με παιδί. Είναι μια επιλογή ανάμεσα σε πιθανότητες που έχουν, η οποία είναι και η μοναδική.
Αν δεν μπορούμε να κατανοήσουμε όλες τις διαδικασίες που περνάει ένα ζευγάρι για να αποκτήσει ένα παιδί επειδή είναι πολύπλοκες ή δυσνόητες ή ξένες, είναι απόλυτα φυσιολογικό. Φυσιολογικό δεν είναι να το κρίνουμε, ειδικά όταν δεν γνωρίζουμε, φυσιολογικό δεν είναι να χρησιμοποιούμε τα κοινωνικά στερεότυπα που έχουμε μάθει από την κοινωνία που έχουμε μεγαλώσει, απέναντι σε ένα ζευγάρι που κολυμπάει σε αχαρτογράφητα νερά, με μοναδική τους ελπίδα την Επιστήμη. Δεν ωφελούν κανέναν πλέον στις μέρες μας τέτοιου είδους πρακτικές που πηγάζουν από την δική μας άγνοια ή ημιμάθεια πάνω σε τέτοια ευαίσθητα θέματα και εξηγεί και την παντελή έλλειψη ενσυναίσθησης.
Και πώς να το γνωρίζεις, όταν δεν το έχεις διδαχθεί ποτέ, ούτε από τους γονείς σου, ούτε από το σχολείο σου; Περνώντας τα χρόνια και βλέποντας όλοι να γίνονται διαβουλεύσεις στον τομέα της εκπαίδευσης, ελπίζουμε οι μεταρρυθμίσεις που επιθυμούμε να δούμε στα σχολεία, όπως να εισαχθεί το μάθημα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η υπογονιμότητα, να έχουν αποτέλεσμα και οι θετικές αλλαγές στη συμπεριφορά των ανθρώπων να είναι θεαματικές.
Το ότι η διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης ξεκίνησε μόλις το 1978, όταν γεννήθηκε το πρώτο παιδί στην Αγγλία, δικαιολογεί μόνο πόσο σπουδαίο επιστημονικό επίτευγμα κατάφερε ο άνθρωπος να αποκτήσει και πόσες δυνατότητες έχει ακόμα να μας προσφέρει στο μέλλον. Οι άνθρωποι που βρισκόμαστε και υπηρετούμε αυτόν τον χώρο γνωρίζουμε από μέσα ότι η κοινωνία σε ηθικό και συναισθηματικό επίπεδο σίγουρα δεν είναι δυνατόν να αποδεχτεί στο 100% κάτι που υπάρχει μόλις 43 χρόνιαν ενώ η αναπαραγωγή υπάρχει από τότε που δημιουργήθηκε η ανθρωπότητα. Όμως, όπως έχουν γίνει αλματώδη βήματα στην Επιστήμη, έτσι έχουν γίνει βήματα στην ένταξη και αποδοχή της από την κοινωνία, όπως κάθε τι καινούργιο και καινοτόμο, από όποιον τομέα και αν προέρχεται. Ειδικά όμως, οτιδήποτε έχει να κάνει με την απόκτηση παιδιού και τη δημιουργία οικογένειας, η κοινωνία ξοδεύει όλη της την αυστηρότητα, και σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και ιδιαίτερα στην ελληνική. Φυσικά και ο ρόλος της κοινωνίας είναι να προστατεύει τον θεσμό της οικογένειας και να εξασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία της, όμως οι κατάλληλοι άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις που προϋποθέτουν προαγωγή της υγείας και οριοθέτηση ανάμεσα στα ηθικά και επιστημονικά ζητήματα με υπευθυνότητα, σίγουρα προσθέτουν θετικό πρόσημο στην εξέλιξη του ανθρώπου και ελπίδα για το μέλλον του σε κοινωνικό, ηθικό και επιστημονικό επίπεδο.
Με αφορμή την επαφή μου όλα αυτά τα χρόνια με τα ζευγάρια που προσπαθούν να αποκτήσουν παιδί και δυσκολεύονται, μου δόθηκε η ευκαιρία να διεξάγω μια έρευνα στα πλαίσια της εκπόνησης του μεταπτυχιακού μου προγράμματος πάνω στην ψυχική ανθεκτικότητα του υπογόνιμου ζευγαριού και πόσο η υπογονιμότητα έχει επηρεάσει την ποιότητα ζωής του. Οι πρώτες αντιδράσεις που εξέλαβα όσο η έρευνα ήταν σε εξέλιξη, ήταν πόσο ανάγκη είχαν και έχουν τα ζευγάρια να μιλήσουν για το ζήτημα αυτό, να ακουστεί η δική τους πλευρά και ο αγώνας τους. Ένα αναμενόμενο αποτέλεσμα ήταν ότι όσο πλήττεται η σωματική ανθεκτικότητα από αυτή τη διαδικασία, τόσο δυναμώνει η ψυχική τους ανθεκτικότητα, σε συνάρτηση πάντα με τα προσωπικά όρια που έχει θέσει ο καθένας για τις προσπάθειες που κάνει. Ένα όμως αποτέλεσμα που αξίζει να σταθούμε, είναι ότι από το δείγμα που πήραν μέρος στην έρευνα που ήταν από Αθήνα, επαρχία και Κύπρο, πάνω από τους μισούς δήλωσε ότι χρειάστηκαν και δεν είχαν πρόσβαση τουλάχιστον μία φορά σε δομές ή σε ειδικούς ψυχικής υγείας για όσο καιρό διαρκούσε η ή οι προσπάθεια/ ες τους. Καταλαβαίνουμε αυτόματα από αυτό πόσο επιτακτική είναι η ανάγκη να δημιουργηθούν δομές ιδανικά μέσα σε μονάδες εξωσωματικής στελεχωμένες από κατάλληλα καταρτισμένους ειδικούς ψυχικής υγείας, ώστε τα ζευγάρια να βρίσκουν εκεί την ψυχολογική υποστήριξη και καθοδήγηση που χρειάζονται.
Σε αυτό ακριβώς το κομβικό σημείο είναι σπουδαίος ο ρόλος της μαίας γονιμότητας, δηλαδή ο άνθρωπος που βρίσκεται δίπλα τους να τους οργανώνει, να τους λύνει
απορίες, να τους συμβουλεύει και να την εμπιστεύονται στο ταξίδι τους προς την απόκτηση παιδιού, ώστε η εμπιστοσύνη αυτή που θα αποκτηθεί να της δώσει τη δυνατότητα να προτείνει ή να παραπέμψει σε ειδικό ψυχικής υγείας, αν κρίνει ότι χρειάζεται. Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι η προσπάθεια ενός ζευγαριού για εγκυμοσύνη είναι πολυπαραγοντική για να μπορεί να ολοκληρωθεί, όποια και αν είναι η έκβαση της. Η πολυπλοκότητα αυτή εντείνει ακόμα περισσότερο την ανάγκη του ζευγαριού να απευθύνεται σε μια ομάδα που να αποτελείται από ειδικούς αναπαραγωγής μεν, αλλά και με εξειδικευμένους ειδικούς ψυχικής υγείας δε.
Η διαδικασία της εξωσωματικής που υποβάλλεται ένα ζευγάρι έχει αυξημένες και τις πιθανότητες της αποτυχίας. Η βοήθεια των ειδικών ψυχικής υγείας είναι σημαντική για να αποφευχθούν όσο είναι δυνατόν αρνητικά συναισθήματα όπως οι ενοχές, και το «χρέωμα» (όπως το περιγράφουν) της αποτυχίας στους ίδιους τους εαυτούς τους, την απογοήτευση και την απελπισία που συνοδεύει μια αποτυχία. Αν τα ίδια τα ζευγάρια αντιληφθούν ότι η εξωσωματική απέτυχε και όχι οι ίδιοι, τότε έχουν κάνει το πρώτο σημαντικό βήμα προς την αποδοχή της κατάστασης που βιώνουν και στην ομαλή μετάβαση στο επόμενο στάδιο που θα επιλέξουν να ακολουθήσουν.
Η εμπειρία μου, μου έχει δείξει ότι όσο οι γυναίκες (μόνες ή ζευγάρια) ξέρουν ότι έχουν έναν άνθρωπο δίπλα τους σε όλη τη διάρκεια των προσπαθειών τους να εμπιστευτούν, να μιλήσουν ειλικρινά, να μοιραστούν σκέψεις χωρίς να κατακριθούν για αυτές, αλλά να βρουν μια αγκαλιά και νιώσουν ασφάλεια, τότε είναι σχεδόν βέβαιο ότι βρίσκουν πάντα τη δύναμη να συνεχίσουν και να αντέξουν την αποτυχία, αλλά πιστέψτε με και την επιτυχία, που για άλλους μια επιτυχημένη εγκυμοσύνη και ένα υγιές παιδί στο σπίτι είναι συνυφασμένο με τη φύση, αλλά για αυτά τα ζευγάρια ήταν μέχρι χθες ένας αριθμός και μια στατιστική.
Η ψυχική ανθεκτικότητα ενός υπογόνιμου ζευγαριού στη σύγχρονη κοινωνία βάλλεται από παντού και καλείται να ανταπεξέλθει σε όλες τις προκλήσεις της καθημερινότητας ενός ζευγαριού που θέλει να αποκτήσει οικογένεια στην Ελλάδα. Είναι τόσες πολλές, που είναι απορίας άξιο που πολλές φορές έχουμε δει να κλονίζεται η ανθεκτικότητα, να περνάει κρίσεις και άγχη που το φέρνουν πολύ κοντά στο να τα παρατήσουν και άλλες που τα έχουν όντως παρατήσει.
Είναι όμως όντως παραίτηση; Στη μάχη που καλείται να δώσει η κάθε γυναίκα με τον χρόνο που είναι αμείλικτος μαζί της, γιατί η φύση της δίνει όριο ηλικιακό που μπορεί να κάνει παιδί, έρχεται να προστεθεί και μια ανοργάνωτη κοινωνία που σου βάζει μόνο εμπόδια και σχεδόν ανύπαρκτους φορείς ή υποτυπώδης κρατική βοήθεια. Ακόμα και σήμερα που μιλάμε, κάθε εργαζόμενη γυναίκα που θα αποφασίσει να υποβληθεί σε εξωσωματική γονιμοποίηση ρισκάρει να χάσει τη δουλειά της αν χρειαστεί να λείψει έστω και μία μέρα χωρίς καμία υποστήριξη από εργοδότες. Υπάρχει επίσης ένα υποτυπώδες επίδομα που μόλις πριν λίγο καιρό θεσπίστηκε να δίνεται από τα ασφαλιστικά ταμεία. Τέτοια και άλλα πολλά καλείται να επιλύσει το ζευγάρι, αλλά και ιδιαίτερα η γυναίκα που εκ των πραγμάτων υποβάλλεται στις περισσότερες ιατρικές πράξεις και ακολουθεί την περισσότερη φαρμακευτική αγωγή.
Οι προκλήσεις λοιπόν πάρα πολλές, οι παροχές ελάχιστες και έτσι η ανθεκτικότητά τους δεν είναι λογικό να αμφιταλαντεύεται; Ποιος μπορεί να μιλήσει για παραίτηση; Ποιος είναι αυτός που θα σου πει να σταματήσεις το ταξίδι σου προς το όνειρο που το κουβαλάς χρόνια και μεγαλώνει η λαχτάρα μετά από κάθε αποτυχία;
Κλείνοντας, θέλω να πω ότι την επόμενη φορά που θα σε καλέσουν σε ένα ακόμα baby shower, σε μία βάφτιση, σε ένα παιδικό πάρτι, επιτέλους είναι οκ να μην θέλεις να πας, είναι οκ να μην συμμετέχεις σε μαμαδοσυζητήσεις των φίλων σου χωρίς να χρησιμοποιείς προσχήματα. Και εσύ που την επόμενη φορά που θα βρεθείς σε κοινή παρέα με ένα ζευγάρι χωρίς παιδιά αντί να ρωτήσεις «πότε με το καλό;» ή να πεις «χαλαρώστε και θα έρθει» καλύτερα μην πεις τίποτα, καταπολέμησε την περιέργειά σου και κάνε τους να αισθανθούν άνετα μαζί σου και πού ξέρεις, ίσως να σε εκπλήξουν αυτά που θα ακούσεις.