fbpx
Επιλογή Σελίδας
Άγχος και γονιμότητα
Απέναντι μου κάθισε η Χριστίνα,  μια νέα γυναίκα 38 ετών, με κοίταξε και ξέσπασε σε λυγμούς:

«Πάλι αποτύχαμε, φοβάμαι δεν θα τα καταφέρουμε ποτέ. Και ο άντρας μου έχει απογοητευτεί, αλλά δεν το λέει. Το ξέρω. Έχω αγχωθεί πάρα πολύ, δε με ενδιαφέρει τίποτα άλλο τον τελευταίο χρόνο. Μόνο αυτό. Νομίζω θα χάσω το μυαλό μου, μου είπαν να έρθω να ζητήσω βοήθεια».
Τα παραπάνω λόγια είναι ενδεικτικά απ’ όσα ακούμε όλο και πιο συχνά από γυναίκες, αλλά και ζευγάρια, που έρχονται σ’ εμάς για να μοιραστούν την αγωνία και την ανησυχία τους για ζητήματα γονιμότητας. H διαδικασία της τεκνοποίησης, πολλές φορές, λόγω βιολογικών ή περιβαλλοντικών παραγόντων, μπορεί να γίνει περίπλοκη και χρονοβόρα.  Τα ζευγάρια μπερδεύονται, γεμίζουν ενοχές, ψάχνουν να βρουν την αιτία, ποιος και τι φταίει, ρίχνουν ευθύνες ο ένας στον άλλο, κλείνονται στον εαυτό τους, πνίγονται στις σκέψεις τους.

 

Η υπογονιμότητα είναι συχνά μια σιωπηλή μάχη, σιωπηλή ανάμεσα στο ζευγάρι, σιωπηλή μέσα και έξω από το σπίτι, καθώς υπάρχει ο φόβος της κριτικής, της απόρριψης και της κοινωνικής αποδοκιμασίας. Οι λέξεις που συνήθως χρησιμοποιούνται είναι «αποτυχία», «απογοήτευση», «κούραση», που βαραίνουν περισσότερο την ήδη φορτισμένη ψυχική κατάσταση. Το ζευγάρι διστάζει να μοιραστεί σκέψεις με το σύντροφο ή με φίλους, καθώς φοβάται τις αντιδράσεις, έχει αισθήματα θυμού, αδικίας και απόγνωσης. Έρευνες δείχνουν ότι γυναίκες που δυσκολεύονται να τεκνοποιήσουν, εμφανίζουν συχνά συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης, όπου πολλές φορές αγγίζουν τα αντίστοιχα επίπεδα ασθενών με διάγνωση καρκίνου και άλλων σοβαρών οργανικών νόσων.

 

Η Χριστίνα είναι ακόμη ένα παράδειγμα όπου η επιθυμία για μητρότητα έχει μετατραπεί σε δοκιμασία, εμμονή και απόγνωση.

Πόσο όμως τελικά το άγχος και η ψυχική μας κατάσταση επηρεάζει τη γονιμότητα?

Η βιβλιογραφία και η κλινική εμπειρία έχει δείξει ότι η ψυχική μας υγεία είναι άμεσα συνδεδεμένη με την οργανική μας υγεία. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο, υπάρχει ένας συνεχής διάλογος όπου η μία επηρεάζει και επηρεάζεται από την άλλη. Αντίστοιχα, το κομμάτι της αναπαραγωγής και της γονιμότητας περνάει πρώτα από την ψυχή της γυναίκας και έπειτα στο σώμα της. Σε αυτή τη διαδικασία, η ψυχική της ισορροπία παίζει καθοριστικό ρόλο.

Οι μελέτες συμφωνούν ότι η υπογονιμότητα προκαλεί υψηλά επίπεδα άγχους. Ενδεικτικά, έρευνα του 2015 έδειξε ότι γυναίκες που δυσκολεύονται να τεκνοποιήσουν για παραπάνω από ένα χρόνο εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης από γυναίκες με 1 ή 2 παιδιά, αλλά και από γυναίκες που έχουν αποδεχτεί τη μη δυνατότητα τεκνοποίησης. Στα ίδια πλαίσια, η σύγχρονη βιβλιογραφία επιβεβαιώνει την εμφάνιση υψηλότερων ποσοστών άγχους, κατάθλιψης και άλλων ψυχολογικών συμπτωμάτων σε γυναίκες που εμφανίζουν δυσκολία στην απόκτηση του πρώτου τους παιδιού.

Αντίστοιχα, όλο και περισσότερες μελέτες συμφωνούν, ότι το ίδιο το άγχος μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην γονιμότητα μιας γυναίκας, χωρίς όμως να έχει οριστικοποιηθεί αυτή η άποψη.

Το άγχος όμως, από την άλλη πλευρά, μπορεί να πάρει πολλές μορφές, να εκδηλωθεί με διάφορους τρόπους, και τελικά να συμβάλει έστω και εμμέσως στην τεκνοποίηση.

 

Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι ο άξονας της γονιμότητας αρχίζει από τον εγκέφαλο (υποθάλαμος-υπόφυση) και καταλήγει στις ωοθήκες. Το άγχος λοιπόν, σαν την πιο συμπυκνωμένη μορφή του stress, μέσω ορμονών (όπως η κορτιζόλη, η αδρεναλίνη, οι ενδορφίνες) και άλλων νευρορυθμιστικών πεπτιδίων, μπορεί να διαταράξει αυτές τις λεπτές ισορροπίες. Μέσω των πολύπλοκων αυτών μηχανισμών, μεταβάλλεται η έκκριση  των ρυθμιστικών ορμονών της γονιμότητας, όπως των γοναδοτροπινών, της προλακτίνης, των οιστρογόνων και της προγεστερόνης, παρεμποδίζοντας έτσι την ωρίμανση των ωαρίων με αποτέλεσμα  την υπογονιμότητα. Στα ίδια πλαίσια, πολύ υψηλά επίπεδα άγχους μπορούν να διαταράξουν σε τέτοιο βαθμό το γυναικείο καταμήνιο κύκλο, με αποτέλεσμα να οδηγήσουν ακόμα και στην αμηνόρροια, στη διακοπή δηλαδή της περιόδου.

Επιπλέον, το ανοσοποιητικό σύστημα επηρεάζεται άμεσα από το άγχος, καθώς μειώνεται η άμυνα του οργανισμού, και τελικά δεν επιτρέπεται να δημιουργηθεί πρόσφορο κλίμα για την φιλοξενία του εμβρύου. Τέλος, γυναίκες που αισθάνονται πίεση και ένταση μπορούν να προσφύγουν σε « ψευδο-αγχολυτικές» συμπεριφορές (όπως είναι η χρήση αλκοόλ και νικοτίνης), ανθυγιεινές για τον οργανισμό, που θα δυσκολέψουν στη σύλληψη, αλλά και στην επιτυχία μιας εγκυμοσύνης.

Η υπογονιμότητα μπορεί να οδηγήσει σ’ ένα φαύλο κύκλο άγχους, απομόνωσης και μοναξιάς και τελικά να επηρεάσει συνολικά τόσο την ψυχική υγεία της γυναίκας, όσο και γενικότερα την ποιότητα ζωής του ζευγαριού. Μην ξεχνάμε ότι στην εγκυμοσύνη το σώμα της γυναίκας μεταμορφώνεται σε φωλιά που φιλοξενεί τη δημιουργία, η οποία προήλθε μέσα από μια ερωτική συνάντηση, μια συνάντηση κοινής επιθυμίας για ζωή και μοίρασμα. Όταν η κοινή αυτή επιθυμία μετατρέπεται σε άγχος και εμμονή, τότε η συνάντηση γίνεται δοκιμασία και η ερωτική συνεύρεση προγραμματισμένη υποχρέωση.

Πόσο ερωτικό μπορεί να είναι το ρήμα «προσπαθούμε» που ακούγεται συχνά από τα ζευγάρια; Πόσο εύκολο είναι να βρούμε χρόνο για εμάς, για τον σύντροφό μας, για τη σχέση μας, όταν έχουμε μάθει να γίνονται όλα γρήγορα; Ας σταματήσουμε την «προσπάθεια» και ας επικεντρωθούμε στη συνάντηση και την επιθυμία. Είναι σημαντικό το ζευγάρι να αισθάνεται ομάδα σε όλο αυτό το ταξίδι, να επικοινωνεί τις δυσκολίες και τους φόβους του, να μην ανατρέχει στο παρελθόν προκειμένου να βρει τα λάθη και τον ένοχο, διότι όχι μόνο δεν θα οδηγηθεί πουθενά, αλλά την ίδια στιγμή καλλιεργεί την απομάκρυνση και τον εγκλωβισμό. Αισθήματα που γεννούν νέα κύματα άγχους, θλίψης και τελικά παράγουν μοναξιά και απομόνωση.

Είναι απαραίτητο μέσα σε αυτή τη διαδρομή να κρατηθεί ζωντανή η επιθυμία, όχι μόνο για το βρέφος, αλλά και για την ίδια τη σχέση, κάτι που δεν είναι πάντα εύκολο, καθώς η διαδικασία μπορεί να γίνει χρονοβόρα, μετέωρη και επίπονη. Όλο και περισσότερα θεραπευτικά προγράμματα που ασχολούνται με τη δυσκολία τεκνοποίησης, εμπεριέχουν την επεξεργασία του άγχους και των καταθλιπτικών σκέψεων μέσα από ομαδικές και ατομικές ψυχοθεραπείες, απευθυνόμενα σε γυναίκες, αλλά και ζευγάρια, που δυσκολεύονται να το διαχειριστούν.

Θυμηθείτε ότι, για μια ακόμα φορά, η αναγνώριση της δυσκολίας μας είναι το πρώτο βήμα για να βρούμε τη λύση και ότι πριν φροντίσουμε κάποιον άλλο -ακόμα και αν αυτό είναι το μωρό που τόσο ονειρευόμαστε- αξίζουμε πρώτα να φροντίσουμε τον εαυτό μας.

 

Δρ. Άννα Κανδαράκη
Κλινική Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Διευθύντρια Θεραπευτικού Κέντρου Therapy Nest