Η έγγραφη συναίνεση δοτών γεννητικού υλικού
Την ενημέρωση και συγκατάθεση των προσώπων που υποβάλλονται σε ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, ακολουθεί η ενημέρωση και η έγγραφη συναίνεση μιας ξεχωριστής κατηγορίας προσώπων, των δοτών γεννητικού υλικού (σπέρματος και ωαρίου ή και εμβρύου).
Η διάθεση των γαμετών και γονιμοποιημένων ωαρίων πραγματοποιείται πάντοτε με τη βούληση των δοτών, η οποία αποτυπώνεται και εκφράζεται με την έγγραφη συναίνεσή τους. Με τον όρο «διάθεση του γεννητικού υλικού», σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 8§ 2 του Ν. 3305/2005, εννοούμε την παραχώρησή του σε πρόσωπα διαφορετικά, άγνωστα προς τον δότη/την δότρια με σκοπό την υποβοήθησή τους για την απόκτηση τέκνου με μεθόδους ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Η διευκρίνηση αυτή επιχειρείται για να εστιάσουμε αποκλειστικά στην ενημέρωση και συναίνεση των δοτών με σκοπό την αναπαραγωγή άλλων προσώπων, δεδομένου ότι υπάρχει και η διάθεση γεννητικού υλικού για άλλες χρήσεις, όπως για ερευνητικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς (άρθρο 7§7 και 8 του Ν. 3305/2005). Οι δύο αυτές διαφορετικές εκδοχές διάθεσης γεννητικού υλικού (διάθεση πλεονάζοντος γεννητικού υλικού και διάθεση από τρίτους δότες με σκοπό την απόκτηση τέκνου) δε θα πρέπει να συγχέονται, γιατί αναφέρονται σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις.
Όπως σε όλες τις συναινέσεις για την υποβολή των προσώπων σε ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, έτσι και για τη συναίνεση των δοτών για τη διάθεση του γεννητικού τους υλικού, απαιτείται η ενημέρωση του άρθρου 5 του Ν. 3305/2005. Οι δότες/δότριες θα πρέπει με απλό και κατανοητό τρόπο να ενημερώνονται από το επιστημονικό προσωπικό των Μονάδων Ιατρικής Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής για τη διαδικασία, τις κοινωνικές και νομικές προεκτάσεις της δωρεάς, αλλά και τους ενδεχόμενους κινδύνους, πολύ δε περισσότερο οι δότριες, οι οποίες λαμβάνουν φάρμακα και υποβάλλονται σε ιατρικές πράξεις για τη λήψη των ωαρίων τους. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8§7 εδ. 1 του Ν. 3305/2005, οι δότες/δότριες πρέπει να είναι «ενήλικες και με πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα».
Ενδεχομένως ο νομοθέτης να επέβαλε την πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα των δοτών/δοτριών, ώστε η απόφασή τους να αποτελεί προϊόν ώριμης σκέψης. Η έγγραφη συναίνεση των δοτών/δοτριών γενικά θα λέγαμε πως εκφράζει τη βούλησή τους να παραιτηθούν από τα δικαιώματα που έχουν στο γεννητικό τους υλικό και, επιπροσθέτως για τις δότριες, να συγκατατεθούν για την υποβολή τους στην ιατρική πράξη της λήψης των ωαρίων τους. Ο Ν. 4272/2014 με το άρθρο 15 § 1 αντικατέστησε το εδάφιο β΄ της § 2 του άρθρου 8 του Ν. 3305/2005 κι έτσι απαιτείται πλέον συναίνεση του συζύγου ή συντρόφου μόνο για τη δωρεά γονιμοποιημένων ωαρίων, δηλαδή εμβρύων. Έτσι επιχειρήθηκε μία πρωτοποριακή αυτοτέλεια των προσώπων που επιθυμούν να γίνουν δότες γεννητικού υλικού με σκοπό την υποβοήθηση τρίτων προσώπων στην απόκτηση τέκνων. Με τον νόμο αυτό αποτυπώθηκε πολύ ορθά το δικαίωμα της αυτοδιαθέσεως των προσώπων αυτών, που επιλέγουν να βοηθήσουν άλλα ζευγάρια να αποκτήσουν τέκνο/α. Τόσο το σπέρμα όσο και το ωάριο, όπως έχει ήδη αναφερθεί, αποτελούν στοιχεία της προσωπικότητας των προσώπων που τα διαθέτουν. Η απόφαση για τη διάθεσή τους σε τρίτα πρόσωπα, όπως καθορίζεται από τον νόμο, δεν μπορεί να υπόκειται στην έγκριση των συζύγων/συντρόφων. Η απλή δωρεά, άλλωστε, σπέρματος ή ωαρίου δεν εμπίπτει στα θέματα του κοινού συζυγικού βίου, που θα πρέπει να συναποφασίζονται. Η άποψη των θεωρητικών, καθώς και η επιβολή του κανόνα δικαίου για την ανωνυμία των δοτών, αποδεικνύει περίτρανα πως η επιλογή κάποιου να γίνει δότης γεννητικού υλικού είναι θέμα του ατομικού του βίου και αρκεί η μονομερής απόφασή του.
Εξαιρετικής σημασίας είναι και η αιτιολογική έκθεση της ανωτέρω τροποποιημένης διάταξης, η οποία αναφέρει πως «τόσο ο ιατρός όσο και η Μονάδα δεν έχουν υποχρέωση να διαπιστώνουν τα αίτια των δοτών ή δοτριών που τους οδηγούν στη δήλωση της σχετικής βούλησής τους». Η θέση αυτή συνηγορεί και υπέρ της άποψης που διατυπώθηκε ανωτέρω, πως η απόφαση των δοτών είναι μία πέρα για πέρα προσωπική απόφαση.
Όπως όλες οι συναινέσεις της υποβοήθησης στην ανθρώπινη αναπαραγωγή, έτσι και η συναίνεση για τη διάθεση γεννητικού υλικού μπορεί να ανακληθεί. Σύμφωνα με το άρθρο 8§ 4 του Ν. 3305/2005, «η διάθεση ανακαλείται ελεύθερα πριν από τη χρησιμοποίηση των γαμετών ή των γονιμοποιημένων ωαρίων. Στην περίπτωση αυτή οι δότες υποχρεούνται να δηλώσουν εγγράφως εάν επιθυμούν οι γαμέτες ή τα γονιμοποιημένα ωάριά τους: α. να χρησιμοποιηθούν από τους ίδιους, οπότε υποχρεούνται να καλύψουν τις σχετικές δαπάνες, β. να διατεθούν για ερευνητικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς ή γ. να καταστραφούν».
Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι η αναφορά σε «γονιμοποιημένα ωάρια» αφορά αποκλειστικώς σε πλεονάζον γεννητικό υλικό υποβοηθούμενων προσώπων τα οποία άλλαξαν γνώμη και επιθυμούν να τα χρησιμοποιήσουν τα ίδια. Στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να καλύψουν προφανώς τις δαπάνες κρυοσυντήρησης. Η δυνατότητα ανάκλησης διαθέσεως των γαμετών (σπέρμα ή ωάριο) παρέχεται «πριν τη χρησιμοποίησή του». Δηλαδή, πριν το κομβικό σημείο της γονιμοποίησής του με το σπέρμα ή το ωάριο των συζύγων ή συντρόφων (ετερόλογη γονιμοποίηση). Επακόλουθο της ανάκλησης αυτής είναι αφενός η επιστροφή των δαπανών που καταβλήθηκαν, αφετέρου η δήλωση για την τύχη αυτού του γεννητικού υλικού. Στην περίπτωση δε, που δεν υπάρχει τέτοια δήλωση, ενεργοποιείται η διάταξη του άρθρου 7§7 του Ν. 3305/2005, όπου το ως άνω γεννητικό υλικό καταστρέφεται με άδεια της Εθνικής Αρχής Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής κατόπιν αιτήσεως της Τράπεζας Κρυοσυντήρησης.
Μαίρη Νικολακοπούλου
Νομική Σύμβουλος Ελληνικής Εταιρείας Ιατρών Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής & Ελληνικής Εταιρείας Γονιμότητας και Στειρότητας